27 Απρ 2012

Λαυρεωτικά: Φοβισμένες κυβερνήσεις, απάτες με μετοχές, απεργίες εργατών


Με το όνομα «Λαυρεωτικά» (ή «Λαυριακά» ή «Λαυρεωτικό ζήτημα») έμεινε στην ιστορία το σοβαρό οικονομικό και πολιτικό ζήτημα που απασχόλησε την Ελλάδα από το 1869 μέχρι το 1875 και είχε σχέση με την παράνομη εκμετάλλευση των εκβολάδων του Λαυρίου από την ξένων συμφερόντων μεταλλευτική εταιρεία «Roux – Serpieri – Fressynet C.E.».
Το 1864 ιδρύεται η εταιρεία «Roux-Serpieri-Fressynet C.E.» από τον Ιταλό μεταλλειολόγο Τζιοβάνι Μπατίστα Σερπιέρι και τους Γάλλους χρηματοδότες Roux και Fressynet, οι οποίοι στηριζόμενοι στη μελέτη του μεταλλειολόγου Ανδρέα Κορδέλλα για τον πλούτο του υπεδάφους της περιοχής αγοράζουν από τη Μονή Πεντέλης και την κοινότητα Κερατέας πάνω από 11.000 στρέμματα στην ευρύτερη περιοχή του Λαυρίου. Ο τόπος ήταν γνωστός από την αρχαιότητα για τα μεγάλα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος και αργυρούχου μόλυβδου, αλλά τα μεταλλεία υπολειτουργούσαν για πολλά χρόνια. Ουσιαστικά μιλάμε για την πρώτη μεγάλη εισβολή ξένου κεφαλαίου στη χώρα μας, που έθεσε το πλαίσιο λειτουργίας όλων των επερχόμενων «επενδύσεων»: παντελής αδιαφορία για το εργατικό δυναμικό και αποικιοκρατική λογική στις σχέσεις του με το ελληνικό κράτος. Η μεγάλη φτώχεια της εποχής οδηγεί ανθρώπους από όλη τη χώρα στο να εργαστούν στους ξένους που «δουλεύουν με μοντέρνα συστήματα». Η εταιρεία βάζει τις βάσεις μιας οικονομικής αυτοκρατορίας, που θα έχει υπηκόους – δούλους και αφεντικά – δυνάστες. Σαν να μην έφτανε η εκμετάλλευση του κόπου τους, η εταιρεία «φροντίζει» να πάρει πίσω τα ελάχιστα χρήματα που τους δίνει. Εισάγει για πρώτη φορά την πληρωμή σε εταιρικό νόμισμα που έχει αντίκρισμα μόνο σε μαγαζιά της εταιρείας στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα και αυτά τα λίγα χρήματα που δίνει στους εργαζόμενους να επιστρέφουν πάλι σε αυτή. Στην επιφάνεια των τεράστιων αγορασμένων εκτάσεων βρίσκονταν διάσπαρτοι χιλιάδες τόνοι σκωριών και εκβολάδων του λαυρεωτικού υπεδάφους. Δηλαδή «φτωχού μεταλλεύματος» που επειδή από την αρχαιότητα μέχρι τότε δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί, σωριάζονταν σε μεγάλες ποσότητες που δημιουργούσαν ολόκληρους λοφίσκους. Τώρα όμως υπήρχε τρόπος αξιοποίησης αυτού του ανεπεξέργαστου θησαυρού και η εταιρεία προχώρησε στην άμεση εκμετάλλευσή του χωρίς φυσικά να ενημερώσει την πολιτεία. Όταν αυτό έγινε αντιληπτό από τον κόσμο άρχισαν οι αντιδράσεις. Μπροστά στην αυξανόμενη πίεση από αντιπολίτευση, κόσμο και εφημερίδες που είχαν μπει στο παιχνίδι, η κυβέρνηση υποβάλλει νομοσχέδιο τον Μάιο του 1871, που αναφέρει ότι οι εκβολές και οι σκωρίες του Λαυρίου θα αποτελούσαν πλέον κρατική περιουσία, διότι ως προϊόντα ανθρώπινης εργασίας δεν εντάσσονταν στον νόμο του 1861 «περί μεταλλείων». Το αυτονόητο αυτό δικαίωμα της χώρας προκάλεσε την άμεση αντίδραση Ιταλίας – Γαλλίας, που μέσω των πρεσβευτών τους στην Ελλάδα άρχισαν να εκτοξεύουν απειλές. Οι πιέσεις από το εξωτερικό εντάθηκαν φτάνοντας μέχρι τις άμεσες απειλές της στρατιωτικής επέμβασης για την υπεράσπιση της εταιρείας. Η υπόθεση είχε ξεφύγει από τα οικονομικά πλαίσια και είχε εξελιχθεί σε ζήτημα εθνικής αξιοπρέπειας, με αποτέλεσμα, όπως γίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις από τις «ραγιάδικες» ελληνικές κυβερνήσεις, να ψάχνουμε τρόπο να «υποχωρήσουμε» εθνικά υπερήφανα. Τότε βρέθηκε η λύση και η εταιρεία εξαγοράστηκε από την εταιρεία «Ελληνική Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρίου» που ίδρυσε ο Ανδρέας Συγγρός το 1873, μετά από συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση, ώστε να λυθεί η διαμάχη του ελληνικού κράτους με την γαλλοϊταλική εταιρεία, ένα ζήτημα που έμεινε γνωστό ως Λαυρεωτικό Ζήτημα.
Τα επόμενα χρόνια δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή η Ελληνική Εταιρεία των Μεταλλείων Λαυρίου και η Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου (Compagnie Française des Mines du Laurium) με σκοπό την εξόρυξη μολύβδου, μαγνησίου, καδμίου, ψευδαργύρου και αργύρου.

Φούσκες μετοχές
Ο Ανδρέας Συγγρός, ανέλαβε τα δικαιώματα εκμετάλλευσης του Λαυρίου αντί 11.500.000 φράγκων. Υπογράφει σύμβαση με το Δημόσιο, στην οποία ανέφερε ότι θα του παραχωρούσε το 44% των καθαρών εσόδων της από την εκμετάλλευση του εδάφους της λαυρεωτικής γης. Ο Ανδρέας Συγγρός, ζώντας για χρόνια στο εξωτερικό, εισάγει στη χώρα τα καινά δαιμόνια του χρηματιστηρίου σε έναν ανίδεο σε αυτά λαό, που ουσιαστικά ζει σε ένα πλαίσιο ημιφεουδαρχίας. Ο ίδιος λέει στα απομνημονεύματά του ότι επέστρεψε στην Ελλάδα για να εκμεταλλευτεί «την νηπιώδην κατάστασην του χρηματοοικονομικού κλάδου». Και τα καταφέρνει. Εκδίδει μετοχές της νέας εταιρείας και ο κόσμος παρασυρμένος από τη μακροχρόνια φημολογία περί αμύθητων θησαυρών του Λαυρίου, θεωρεί ότι αυτή είναι η ευκαιρία να αλλάξει η ζωή του για πάντα. Αγοράζει μαζικά μετοχές και παρατηρούνται τα κλασικά φαινόμενα που οδηγούν μαθηματικά σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα «φούσκα». Πουλιούνται χωράφια, περιουσίες μετατρέπονται σε χαρτιά, χρήματα βγαίνουν από τα σεντούκια και όλα αυτά χωρίς να υπάρχει καν χρηματιστήριο. Οι συναλλαγές γίνονταν στο (δεν είναι πλάκα) πατάρι του καφενείου… «Η ωραία Ελλάς» στη γωνία Ερμού και Αιόλου. Δηλαδή μπορούσες να παραγγείλεις έναν βαρύ γλυκό ή ένα «υποβρύχιο» μαζί με 20 μετοχές Λαυρίου. Ο Συγγρός γνώριζε πολύ καλά ότι μπορεί από τις αρχαίες εκβολάδες να μην έβγαινε ποτέ χρυσάφι, αλλά μπορούσε να βγει κερδισμένος από τη φημολογία, την υπερτίμηση μετοχών και την πώλησή τους όταν αυτές έφταναν στα ύψη. Και έτσι έκανε. Φυσικά επακολούθησε πανικός και τις ελπίδες για εύκολο πλουτισμό τις αντικατέστησαν χρεοκοπίες και η πρώτη μεγάλη μεταφορά πλούτου στην Ελλάδα από τη μεσαία και κατώτερη τάξη στο μεγάλο κεφάλαιο. Η εταιρεία συνέχισε να λειτουργεί μέχρι την πλήρη αξιοποίηση των εκβολάδων και των σκωριών το 1917, ενώ η ιταλογαλλική εταιρεία συνέχισε την εκμετάλλευση του υπεδάφους της περιοχής μέχρι το 1977.

Εργαζόμενοι δουλοπάροικοι
Οι εργαζόμενοι στα μεταλλεία θυμίζουν δουλοπάροικους που έχουν μόνο υποχρεώσεις. Δουλεύουν μέρα – νύχτα σε άθλιες συνθήκες εργασίας, χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα και χωρίς φυσικά καμία υγειονομική περίθαλψη ή σύνταξη. Όσοι καταφέρνουν να παραμείνουν για μεγάλο διάστημα στις ανήλιαγες στοές, με τον καιρό καθίστανται άχρηστοι για οποιαδήποτε άλλη εργασία και πετιούνται στον δρόμο για να έρθουν οι επόμενοι. Και φυσικά η περιοχή του Λαυρίου κατακλύζεται από ένα σύννεφο μολύβδου, που έχει σαν αποτέλεσμα οι κάτοικοί της να έχουν τα περισσότερα (αναλογικά με τον πληθυσμό) κρούσματα νεοπλασιών των πνευμόνων σε όλη τη χώρα. Σαν να μην έφτανε η εκμετάλλευση του κόπου τους, η εταιρεία «φροντίζει» να πάρει πίσω τα ελάχιστα χρήματα που τους δίνει. Εισάγει για πρώτη φορά την πληρωμή σε εταιρικό νόμισμα που έχει αντίκρισμα μόνο σε μαγαζιά της εταιρείας στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα και αυτά τα λίγα χρήματα που δίνει στους εργαζόμενους να επιστρέφουν πάλι σε αυτή. Σαν να μην έφτανε η εκμετάλλευση του κόπου τους, η εταιρεία «φροντίζει» να πάρει πίσω τα ελάχιστα χρήματα που τους δίνει. Εισάγει για πρώτη φορά την πληρωμή σε εταιρικό νόμισμα που έχει αντίκρισμα μόνο σε καταστήματα της εταιρείας στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα και αυτά τα λίγα χρήματα που δίνει στους εργαζόμενους να επιστρέφουν πάλι σε αυτή…

Απεργίες
Έγιναν πολλές απεργίες μεταλλωρύχων με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στα μεταλλεία και της διαβίωσης των εργατών. Απεργίες έγιναν το 1883, 1887, 1896, 1906, 1910, 1919, 1921, 1929, 1964. Πιο σημαντικές ήταν εκείνες του 1896, του 1906 και του 1929.
Η απεργία του 1896, διαρκεί από τις 8 μέχρι τις 21 Απριλίου του 1896. Στην Καμάριζα, πραγματοποιείται γενικευμένη εξέγερση των... εργατών στα ορυχεία. Ειδικά αυτή η απεργία αποτέλεσε σταθμό στην Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος. Θύματα υπήρχαν τόσο απ' τους απεργούς εργάτες, όσο και απ' τους φύλακες της Γαλλικής Εταιρείας του Λαυρίου. Οι φύλακες σκότωσαν τους εργάτες Καραφλιά και Βασιλακόπουλο, με αποτέλεσμα οι οργισμένοι και αγανακτισμένοι εργάτες, μπρος στη θέα των σκοτωμένων συναδέλφων τους, να ορμήξουν στα γραφεία της Εταιρείας, να βάλουν φωτιά, με αποτέλεσμα να εξοντωθούν όλοι οι φύλακες, πλην ενός. Συνολικά είχαν σκοτωθεί τέσσερις απεργοί. Ο δε Σερπιέρι φυγαδεύτηκε και σώθηκε, κυριολεκτικά, την τελευταία στιγμή, μεταμφιεσμένος. Σε εκείνη την απεργία, περισσότεροι από 1.800 μεταλλεργάτες ανέβηκαν από το μεταλλευτικό φρέαρ - βάθους 182 μέτρων - και, με μια οργάνωση που θα τη ζήλευαν πολλοί, κήρυξαν εκείνη την πρώτη μεγάλη απεργία. 
Η Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων αρνείται να συναντήσει την απεργιακή επιτροπή των εργατών. Τα αιτήματά τους ήταν:
* Αύξηση του μεροκάματου.
* Εξαναγκασμός της εταιρείας να φτιάξει έργα για να μη σκοτώνονται οι εργάτες.
* Κατάργηση της δουλειάς της Κυριακής.
* Να πληρώνονται απ’ ευθείας απ’ την εταιρεία κι όχι από τους εργολάβους.
* Να ιδρυθεί νοσοκομείο και φαρμακείο.
Η «Εφημερίς» του Κορομηλά γράφει: «Οι χωροφύλακες πυροβολούσι εις τον αέρα, οι εργάται αντιπυροβολούσι, ακούοντας ύβρεις, φωναί, κραυγαί, πίπτουσιν βροχηδόν λίθοι, συνεχίζονται οι πυροβολισμοί και η Καμάριζα φαίνεται ως εις εμπόλεμον κατάστασιν». Ακολουθεί η ανατίναξη των αποθηκών της δυναμίτιδος και του πετρελαίου. «Οι κ. Σερπιέρης, οι μηχανικοί Ραμπού και Σπανζεράλ, καθ’ ων υπήρχε μήνις, ετράπησαν εις φυγήν, μεταφιεσθέντες εις Δωριείς εργάτας».
Τελικά «η τάξις επεβλήθη» με την παρουσία 2 ιλών ιππικού, μίας πυροβολαρχίας κι ενός ευζωνικού τάγματος. Οι δε γαλλικές προξενικές αναφορές, προκειμένου να προστατευθούν οι Γάλλοι υπήκοοι και τα οικονομικά τους συμφέροντα στην περιοχή, κάνουν λόγο για την παρουσία του γαλλικού θωρηκτού «Cosma» στο λιμάνι του Λαυρίου που θα ενίσχυε σε ενδεχόμενη ανάγκη το στρατιωτικό σώμα της Καμάριζας. Το Δεκέμβρη του 1896 πραγματοποιείται η δίκη 15 απεργών, οι οποίοι αθωώνονται και επανέρχονται στη δουλειά τους χωρίς όρους. Μετά την απεργία, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καμάριζα στρατιωτικό σώμα, όχι μακριά από τους χώρους δουλειάς, προκειμένου να αποτρέψει τους εργάτες από νέες εξεγέρσεις.
Το ίδιο συμβαίνει και στην απεργία του 1906, όπως αναγράφεται και πάλι στις γαλλικές προξενικές αναφορές: «Η απεργία στο Λαύριο συνεχίζεται. Κατόπιν αιτήσεως της διευθύνσεως της εταιρείας παρακάλεσα τον Υπουργό Εσωτερικών νa αυξήσει τον αριθμό των στρατευμάτων για να εξασφαλισθεί η ασφάλεια προσώπων και υλικών. Ο Υπουργός Εσωτερικών δέχθηκε παρότι υπάρχουν στο Λαύριο ήδη 400 στρατιώτες …». Και επιμένουν πάλι να αποσταλεί ένα γαλλικό πλοίο για να ελέγχει την κατάσταση. Απολογισμός: Δύο εργάτες νεκροί, πολλοί τραυματίες, συλλήψεις, δίκες και αύξηση τελικά του μεροκάματου κατά μία πεντάρα.
Η απεργία του 1929 που διήρκεσε 48 ημέρες και είχε σαν αποτέλεσμα τη δολοφονία του μεταλλωρύχου Γ.Δ. Συρίγου, τον τραυματισμό και τη σύλληψη πολλών εργατών, τελειώνει στις 16 Μαρτίου 1929 με νίκη των απεργών. Απελευθερώθηκαν οι κρατούμενοι, ιδρύθηκε ταμείο συντάξεων, το μεροκάματο αυξήθηκε κατά 10%.

Το άγαλμα
Το μαρμάρινο άγαλμα του Σερπιέρι, έργο του γλύπτη Γ. Βρούτου, βρισκόταν στο τέλος της κεντρικής πλατείας του Λαυρίου από το 1899, που έγιναν τα αποκαλυπτήριά του, μέχρι το 1982. Εκείνη τη χρονιά η κρατική τηλεόραση έδειξε μια τηλεοπτική σειρά, «Tα Λαυρεωτικά», που αναφερόταν στις συνθήκες διαβίωσης των μεταλλωρύχων την εποχή του Σερπιέρι, οπότε το άγαλμα περιλούστηκε με μπογιές και απομακρύνθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη. Τοποθετήθηκε αργότερα ξανά στο αρχικό βάθρο του, όπου υπάρχουν τρεις επιγραφές. Μία γραμμένη στα ελληνικά («Ιωάννης Βαπτιστής Σερπιέρης, ζώσαν εκ νεκράς ανέστησε πόλιν και πλούτον από σποδού αυτή εξανέτειλε»), μία στα γαλλικά («Ο Ι. Β. Σερπιέρι από μια παραμελημένη τέφρα ανέσυρε τη λάμψη του μετάλλου και το ψωμί του εργάτη») και μία στα ιταλικά («Στον Ιταλό Ι. Β. Σερπιέρι, η πόλη θέλησε και ξαγρυπνά εδώ»). Η ονομασία του χώρου εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σαν σημείο αναφοράς και ακούς πολλούς Λαυριώτες να λένε «στο άγαλμα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου